Σάββατο 30 Μαρτίου 2013

Το ταξίδι της ψυχής ενός ναρκωμανή. κεφ. 12



γράφει ο Άκης κουστουλίδης


Τελικός προορισμός


Η ψυχή μου βρέθηκε μέσα σ' ένα ξημέρωμα τελείως πρωτόγνωρο. Σ' ένα ξημέρωμα που δεν θύμιζε τίποτα από όλα τα ξημερώματα που είχε ξυπνήσει μέχρι τώρα. Ο αέρας είχε μια μυρωδιά αισιοδοξίας, μια μυρωδιά αγάπης. Η κόλαση είχε χαθεί από τη θέα των ματιών της και η ύπαρξή της ήταν ολόγυμνη μπροστά από ένα πλοίο. Η σάπια βάρκα είχε αλλάξει όψη και μέγεθος.

Παρασκευή 29 Μαρτίου 2013

Το ταξίδι της ψυχής ενός ναρκωμανή. κεφ. 11



γράφει ο Άκης κουστουλίδης

Το νησί των σκοτωμένων από αγάπη
                                                                    
Από την πρώτη στιγμή που πάτησε το κορμί μου στο νησί των σκοτωμένων από αγάπη η ψυχή μου έτρεμε από τον φόβο. Δεν ήταν η ιδέα του θανάτου που την φόβιζε αλλά ο τρόπος με τον όποιο θα έρθει.
Δεν την τρόμαζε που το ταξίδι θα τελείωνε πρόωρα ούτε που θα γυρνούσε στο απόλυτο άγνωστο απλά ένιωθε πως κάποιος ή κάποια δύναμη την καταράστηκε να μην γνωρίσει ποτέ την αγάπη.

Το ταξίδι της ψυχής ενός ναρκωμανή. κεφ.10



γράφει ο Άκης κουστουλίδης

Όμορφη γυναίκα


Περάσανε πέντε μετρημένα χρόνια πολεμώντας με την κατάθλιψη μέσα στο λιμάνι της απομόνωσης και η κούραση ήταν εξοντωτική. Οι μάχες αφήσανε πολλά σημάδια σε όλα τα μέρη της υλικής μου ύπαρξης. Πολλές ήταν οι στιγμές που ένιωθε η ύπαρξή μου την ψυχή μου και την καρδιά μου να πέφτουν στην αγκαλιά της ζωής μου και να κλαίνε. Πολλές ήταν οι στιγμές όπου μέσα μου γινότανε ένας εσωτερικός πόλεμος και η φθορά της ύπαρξής μου ολοένα και μεγάλωνε και ο κίνδυνος να χάσω την μάχη από την κατάθλιψη ήταν ορατός.

Τετάρτη 27 Μαρτίου 2013

Το ταξίδι της ψυχής ενός ναρκωμανή. κεφ. 9




γράφει ο Άκης κουστουλίδης

Η απομόνωση


Το ταξίδι της ψυχής μου φαινότανε να παίρνει ένα άδοξο τέλος σε πολύ νεαρή μετρημένη ηλικία. Είχαν περάσει εικοσιπέντε μετρημένα χρόνια πάνω στον υλικό κόσμο και το μόνο που κατάφερε ήταν να φυλακιστεί ολόκληρη η μορφή μου σε μια βασανιστική κόλαση. Το μοναδικό σημάδι που ίσως να ήταν ελπιδοφόρο αλλά τραγικά απίστευτο ήταν η σπίθα που έβαλε η ζωή μου δίπλα στην ψυχή μου.

Τρίτη 26 Μαρτίου 2013

Το ταξίδι της ψυχής ενός ναρκωμανή. κεφ. 8





γράφει ο Άκης κουστουλίδης

Η δύναμη του χρήματος


Δεν πρόλαβε η υλική μου ύπαρξη να κλείσει τα δεκαέξι της μετρημένα χρόνια πάνω στο κόσμο και το πιλοτήριο έκανε την ζωή μου μια μικρή κόλαση. Άνοιξε την φυλακή και έβαλε όλα τα εφόδια με την ψυχή μου μαζί και τα κλείδωσε σαν να τα τιμωρούσε για όλες τις πληγές που είχε η καρδιά. Αποφάσισε πως το μοναδικό λιμάνι που θα μπορούσε να επουλώσει τις πληγές της καρδιάς ήταν αυτό της ψευδαίσθησης.

Δευτέρα 25 Μαρτίου 2013

Το ταξίδι της ψυχής ενός ναρκωμανή. κεφ. 7



γράφει ο Άκης κουστουλίδης

Το λιμάνι της ψευδαίσθησης


Άλλος ένας μετρημένος χρόνος πέρασε φτάνοντας στα δεκαέξι χρόνια παρουσίας πάνω στον υλικό κόσμο. Η αναζήτηση για καινούργιο λιμάνι συνεχιζότανε σε καθημερινή βάση αλλά η καρδιά δεν χτυπούσε.
Περνούσα αρκετό μετρημένο χρόνο μέσα στο λιμάνι του ονείρου μου κάνοντας ατελείωτες συζητήσεις με την ζωή μου. Πάντα είχε κάτι να μου μάθει παραπάνω πάντα είχε και μια απάντηση για όλα όσα την ρωτούσε η ψυχή μου.

Κυριακή 24 Μαρτίου 2013

Το ταξίδι της ψυχής ενός ναρκωμανή. κεφ.6



γράφει ο Άκης κουστουλίδης

Το λιμάνι του ονείρου


Πέρασε αρκετός μετρημένος χρόνος όπου η ολότητά μου είχε πέσει σε βαθύ ύπνο. Η ασφάλεια που ένιωθε μέσα στο λιμάνι του ονείρου τής έδωσε τον μετρημένο χρόνο που χρειαζότανε για να ηρεμήσει και να επουλώσει τις πληγές της καρδιάς της. Οι μάχες την κουράσανε και το παράδοξο με όλες τις μάχες που βίωσε ήταν ότι καμιά δεν ήταν δική της.

Σάββατο 23 Μαρτίου 2013

Το ταξίδι της ψυχής ενός ναρκωμανή. κεφ. 5


γράφει ο Άκης κουστουλίδης

Η φυγή

Με προορισμό την αγάπη η ψυχή μου ένιωθε την λαχτάρα να φουντώνει μέσα της
και η ανάγκη για την συνέχιση του ταξιδιού ήταν πλέον ορατή.
Η ζωή μου μάζεψε όσα πιο πολλά εφόδια μπορούσε και τα έβαλε μέσα στη βάρκα
μας. Όλα ήταν έτοιμα για να μπούμε στον ποταμό και να ταξιδέψουμε μα η καρδιά
έμενε σιωπηλή.

Παρασκευή 22 Μαρτίου 2013

Το ταξίδι της ψυχής ενός ναρκωμανή. κεφ. 4

γράφει ο Άκης κουδτουλίδης

Η σύγκρουση

Ο μετρημένος χρόνος κυλούσε αργά-αργά και αισίως είχα φτάσει τα δώδεκα
μετρημένα χρόνια από τότε που η ψυχή μου πήρε ανθρώπινη μορφή. Είχε
συνηθίσει πλέον η ψυχή μου την ρουτίνα και απλά περίμενε να ακούσει τον χτύπο
της καρδιάς για να αλλάξει λιμάνι.
Οι αποδράσεις ήταν ότι πιο ανακουφιστικό είχε μέσα στην ρουτίνα της και σε μια
από αυτές η ζωή με πήγε σε ένα λιμάνι ακατοίκητο και αόρατο ταυτόχρονα.

Πέμπτη 21 Μαρτίου 2013

Το ταξίδι της ψυχής ενός ναρκωμανή. κεφ. 3



γράφει ο Άκης κουστουλίδης

Σχολείο


Η ψυχή μου σώπασε και έπεσε σε βαθιά απογοήτευση και ένα μεγάλο ερωτηματικό
την βασάνιζε. Πώς είναι δυνατόν οι άνθρωποι να αφήνουν οτιδήποτε αγαπούν και η
καρδιά τους να κτυπάει για άλλο λιμάνι;
Με τίποτα δεν μπορούσε να πιστέψει ότι χρειαζόταν να αναζητήσει μόνη της τον
δικό της προορισμό και να περιμένει ποτέ η καρδιά της θα χτυπήσει για το επόμενο
λιμάνι. Με τίποτα δεν μπορούσε να πιστέψει ότι θα κουβαλάει τον μανδύα της
Επαναστάτησε για μια στιγμή και θέλησε να γίνει οδηγός του ταξιδιού της η ίδια,
αλλά η πλημμύρα της οργής δεν την άφηνε σε ησυχία.

Τετάρτη 20 Μαρτίου 2013

Το ταξίδι της ψυχής ενός ναρκωμανή. κεφ. 2



γράφει ο Άκης κουστουλίδης

Το πρώτο λιμάνι

Η ζωή μου ξεκίνησε το ταξίδι της ψυχής μου και η βάρκα άρχισε να κολυμπά πάνω
στα θολά νερά του ποταμού με πορεία προς τον άγνωστο προορισμό της ψυχής
μου. Αυτό που κυρίεψε την ψυχή μου έκτος από τον φόβο ήταν και μια περίεργη
γεύση που έφερνε ο αέρας και τύλιγε όλο μου το κορμί. Ένιωθε την ανάγκη για
φροντίδα. Ένιωσε την καρδιά του σώματος να χτυπά σαν τρελή. Προσπάθησε
η ψυχή μου να καταλάβει τι γινότανε και έκανε μια απέλπιδα προσπάθεια να
επικοινωνήσει με την υλική της μορφή αλλά μάταια, δεν μπορούσε να συνδεθεί
Η καρδιά μόλις είχε κάνει την πρώτη της επιλογή οδηγώντας την βάρκα σε ένα
λιμάνι που το όνομά του ήταν οικογένεια.

Το ταξίδι της ψυχής ενός ναρκωμανή. κεφ. 1



γράφει ο Ακης κουστουλίδης

Η αρχή


Κάπου μέσα στα αμέτρητα χρόνια, εκεί μέσα στο άγνωστο χάος όπου ο νους μου
δεν ξέρει και μήτε τολμά να φανταστεί αν επικρατεί το απόλυτο σκοτάδι ή έχει
νικήσει το λευκό ή αν και τα δυο τους περπατάνε μαζί χέρι-χέρι ζούσε η ψυχή μου.
Εκεί κάπου μέσα στο χάος ένιωσε την λαχτάρα να αφήσει το άγνωστο και να
Δεν ήξερε τον τρόπο δεν ήξερε τον προορισμό ούτε ήξερε για ένα μέρος κάπου στην
άκρη του άγνωστου χάους που το λέγανε Γη.